- άλογοι χρόνοι
- Έτσι ονομάζονταν στην αρχαία ελληνική μετρική οι χρόνοι των οποίων το μέγεθος οριζόταν με κλάσματα του πρώτου χρόνου και όχι με ακέραιους αριθμούς όπως γινόταν με τους ρητούς χρόνους (πρώτος, δίσημος, τρίσημος, τετράσημος και κάθε χρόνος που, ως πολλαπλάσιο του πρώτου, οριζόταν με ακέραιους αριθμούς). Ά. λέγονταν επίσης και οι πόδες των οποίων ο λόγος της άρσης προς τη θέση δεν εκφράζεται με ακέραιους, αλλά με κλασματικούς αριθμούς. π.χ.: ά. τροχαίος ½ 4½ (ρητός τροχαίος ½), ά. ίαμβος 4½ ½ (ρητός ίαμβος ½). Ο Κοϊντιλιανός αναφέρει δύο χορείους α.: τον τροχαιοειδή (U’ U -) και τον ιαμβοειδή (- U’ U). Οι ά. πόδες με μετρικό σχήμα σπονδείου ή δακτύλου και αναπαίστου βρίσκονται στα μονά μέρη των ιαμβικών μέτρων και στα ζυγά των τροχαϊκών.
Dictionary of Greek. 2013.